Διακόφτι
Η ονομασία προέρχεται από τη διακοπή, που σημαίνει ένα στενό σημείο της ξηράς που καλύπτεται από θάλασσα. Σήμερα είναι το επίσημο λιμάνι των Κυθήρων και έχει αναπτυχθεί ο οικισμός. Άλλοτε διέμεναν εποχιακά ψαράδες. Το ενδιαφέρον του επισκέπτη στην περιοχή προσελκύουν τα Μακρυκύθηρα, η σπηλιά Χουστή και οι βραχονησίδες Δραγονάρες.
Μακρυκύθηρα
Είναι μια γραφική βραχονησίδα στην είσοδο του λιμανιού του Διακοφτίου. Το 1952 ο Σύνδεσμος των Ελλήνων Λογοτεχνών έκανε αίτηση στο Υπουργείο Οικονομικών και ζητούσε να τους παραχωρηθεί το νησί για τη δημιουργία ενός συνοικισμού για τους ανθρώπους του πνεύματος. Στον τόπο αυτό θα εύρισκαν Χειμώνα Καλοκαίρι την ψυχική ηρεμία και τη γαλήνη που έχουν ανάγκη οι πνευματικοί άνθρωποι. Ο συνοικισμός αυτός πίστευαν ότι θα γίνει το πνευματικό θέρετρο όλης της Ελλάδος, αλλά και Ευρωπαίων διανοουμένων, στους κύκλους των οποίων τα Κύθηρα με το συμβολισμό τους είχαν ανέκαθεν μια ξεχωριστή θέση. Το αρμόδιο Συμβούλιο ενέκρινε την παραχώρηση και με Β.Δ. οι λογοτέχνες έγιναν κάτοχοι με την υποχρέωση να καταβάλουν 60.000 δρχ. σε 6 δόσεις. Μάλιστα κάποιος εύπορος Κυθήριος ανέλαβε να πληρώσει τα συμβολαιογραφικά και την πρώτη δόση. Εκπονήθηκαν τα σχέδια του οικισμού πάνω στο νησί, αλλά δυστυχώς αυτή η ονειροπόλα προσπάθεια μέσα στον εφιαλτικό λαβύρινθο της γραφειοκρατίας, ατόνησε και σιγά σιγά ναυάγησε και το όνειρο των λογοτεχνών δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Η υπόθεση αυτή μας φέρνει απευθείας στο κέντρο της χιμαιρικής ευτυχίας, που έχει σχέση με το συμβολισμό των Κυθήρων. Η ζωή μας κάνει πεζούς και σιγά σιγά συνειδητοποιούμε ότι δεν μπορούμε να αγγίξομε τα Κύθηρα της φαντασίας.
Δραγονάρες
Σε κοντινή απόσταση από το Διακόφτι είναι οι βραχονησίδες Δραγονάρες, η Μεγάλη Δραγονάρα και η Αντιδραγονάρα, οι Δρακόντισες των περιηγητών που έχουν μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Η ονομασία προέρχεται από το DRAGO NERA που σημαίνει μαύρος δράκος. Οι δύτες του Ινστιτούτου Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών ανελκύσανε αρχαίες πέτρινες άγκυρες από ναυάγιο του 4ου αι. Πάνω στη Μικρή Δραγονάρα (Αντιδραγονέρα) υπάρχει ένα καταβύθισμα του απόκρημνου εδάφους που μάζευε νερό στο σπηλαιώδες βάθος του. Φαίνεται ότι εκεί υπήρχε λατρευτικός χώρος της Ελληνορωμαϊκής περιόδου και οι ναυτικοί που κατόρθωναν να παρακάμψουν τον τρικυμισμένο Κάβο Μαλέα σ’αυτό το σημείο έδειχναν την ευγνωμοσύνη τους προς τον κυρίαρχο των θαλασσών, τον Ποσειδώνα αφήνοντας τον οβολό τους, ευχαριστήριο για τη διάσωσή τους σ’αυτές τις άγριες θάλασσες. Έτσι βρέθηκαν πολλά νομίσματα από όλα τα μέρη της Μεσογείου (Αίγυπτο, νησιά του Αιγαίου, Αθήνα, Ιλλυρία, Σικελία, Καρχηδόνα, Εύξεινο και μέχρι τις Βαλεαρίδες νήσους της Ισπανίας)
Σπηλιά Χουστή
Στη θέση Χουστή, στο Διακόφτι υπάρχει ένα σπήλαιο το οποίο στα αρχαία χρόνια χρησιμοποιήθηκε σαν λατρευτικός χώρος. Η ανασκαφή που έγινε τα τελευταία χρόνια με επικεφαλής τον αρχαιολόγο Άρη Τσαραβόπουλο έφερε στο φως ευρήματα από τη Νεολιθική εποχή, δηλ. 4.000-3.000 π.χ. Το σπήλαιο είναι πολύ ευρύχωρο με μνημειώδη είσοδο σκαλισμένη στο βράχο. Εκεί μέσα βρέθηκαν κεραμικά της Νεολιθικής εποχής, Πρωτοελλαδικά και Βυζαντινά. Γύρω από το σπήλαιο φαίνεται ότι υπήρχε οικισμός πριν από 4.500 χρόνια. Από ένα μεγάλο βράχο ανέβλυζε νερό. Εδώ προσορμίζονταν και ανεφοδιάζονταν οι αρχαίοι ναυτικοί με τα αρχέγονα καράβια τους. Μπορούμε να φανταστούμε τους αρχαίους ναυτικούς να παραπλέουν το Μαλέα, τον ξυλοχάφτη, επειδή σαν μυθικό τέρας καταβρόχθιζε τα ξύλινα σκαριά με τα ορμητικά κύματα και τους στροβιλισμούς των ανέμων και να αντικρύζουν την ήμερη σιλουέτα των Κυθήρων , αυτή την ευλογημένη γη που πρόσφερε ανέκαθεν φιλόξενο καταφύγιο στους κατατρεγμένους της ιστορίας.
Το Μινωικό Ιερό Κορυφής
Σε απόσταση μερικών χιλιομέτρων από τον αρχαιολογικό χώρο της Παλαιοπόλεως είναι το βουνό του αγίου Γεωργίου, ύψους 350 μ., όπου στη Μινωική εποχή ήκμασε το ιερό κορυφής της γνωστής μινωικής αποικίας στο Καστρί. Η τοποθεσία αυτή προσφερόταν για την ίδρυση ιερού κορυφής, διότι ήταν βατό και σε κοντινή απόσταση από το Καστρί. Επίσης η θέση του ιερού έχει θαυμάσια θέα προς τον Καβο Μαλιά και τον Ταϋγετο, το ΝΔ Αιγαίο μέχρι την Κρήτη. Με καθαρή ατμόσφαιρα διακρίνει κανείς τα Λευκά Όρη χιονισμένα, ακόμη και τον Ψηλορείτη. Επομένως από εκεί ψηλά μπορούσαν να ελέγχουν όλα τα περάσματα από την Ανατολή στη Δύση και από το Βορρά στο Νότο. Το ιερό αυτό χρησιμοποιήθηκε από το πρώτο μισό της δεύτερης χιλιετηρίδας π.χ. και είναι το μόνο ασύλητο που βρέθηκε μέχρι τώρα. Σε μεγάλη ακμή έφτασε το Ιερό κορυφής στη Νεοανακτορική περίοδο, δηλ. 1700π.χ.-1400π.χ. τότε που η Κρήτη κυριαρχούσε στη Μεσόγειο και τα Κύθηρα αποτελούσαν τον ενδιάμεσο σταθμό μεταξύ Κρήτης και Πελοποννήσου.
Το 1992 έγινε η πρώτη ανασκαφική έρευνα από τον καθηγητή Γιάννη Σακελλαράκη και κατόπιν το 1993, 1994, οι οποίες έφεραν στο φως αξιολογότατα ευρήματα όχι μόνο Μινωικά, αλλά και μεταγενέστερα, διότι το βουνό του αγίου Γεωργίου είναι τόπος λατρείας εδώ και 3.500 χρόνια. Τα ευρήματα είναι λίθινα λατρευτικά αντικείμενα (ένα έχει γραμμική γραφή Α) πήλινα ειδώλια ζώων, χάλκινα ανθρώπινα ειδώλια λατρευτών, χάλκινα αφιερώματα, κοσμήματα, κεραμικά. Κατά τους χριστιανικούς χρόνους εις αυτόν τον πανάρχαιο τόπο λατρείας χτίστηκε ο χριστιανικός ναός. Στο δάπεδο του ναού σώζεται ένα ψηφιδωτό με διάφορα διακοσμητικά θέματα, σκηνές κυνηγιού, πουλιά και ελληνιστικούς μαίανδρους. Αυτό το ψηφιδωτό χρονολογείται γύρω στον 7ο αι. μ.χ. Στην πορεία ο ναός ανακαινίστηκε και αλλοιώθηκε το αρχικό μνημείο, αλλά οπωσδήποτε ο ναός του αγίου Γεωργίου με τους αγίους Αναργύρους στο Παλιόκαστρο είναι τα αρχαιότερα χριστιανικά μνημεία των Κυθήρων. Σήμερα ο ναός γιορτάζει στη μνήμη του αγίου Γεωργίου και στο προαύλιο οι προσκυνητές στήνουν το τυπικό παραδοσιακό γλέντι, με το οποίο συνήθως ο Ελληνικός λαός γιορτάζει τον άγιο Γιώργη.
Αγία Μόνη
Υπήρχε εκεί ένα παλαιότατο εξωμόνιο επ’ονόματι της Παναγίας. Το 1766 ένας βοσκός, ονόματι Βιάρος, βρήκε μέσα σ’ ένα σκίνο ένα εικόνισμα της Παναγίας αμφιπρόσωπο με την επιγραφή Η ΜΟΝΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ ΕΛΠΙΣ. Από την άλλη πλευρά ήταν η εικόνα του αγίου Γεωργίου. Στο σημείο της εύρεσης είχε πέσει αστροπελέκι, το οποίο όμως άφησε άθικτη την εικόνα. Ο τότε Επίσκοπος Κυθήρων Νικηφόρος Μόρμορης πήγε επί τόπου και είδε ερείπια παμπάλαιου ναού και κελίων, που άλλοτε λειτουργούσαν σαν κοινόβιο μοναχών. Αμέσως ο Νικηφόρος ανέλαβε την πρωτοβουλία για την αναστήλωση του παλαιού ναού. Κατά το 1840-1855 ο Επίσκοπος Προκόπιος Καλλονάς πρωτοστάτησε στο έργο της επέκτασης και της ανακαίνισης του ναού.
Το 1854 διαμορφώθηκε μεγαλοπρεπής είσοδος από τον πρωτομάστορα Μιχαήλ Κυπριώτη από Κυπριωτιάνικα. Ακόμα χτίστηκαν οικήματα για τους προσκυνητές και δεξαμενές νερού. Το έργο του Προκοπίου συνέχισε ο Επίσκοπος Ευγένιος Μαχαιριώτης. Το 1889 φημισμένοι Κυθήριοι αρχιτέκτονες και λεπτουργοί αναλαμβάνουν να ανοικοδομήσουν το μεγαλοπρεπέστατο και καλλιτεχνικότατο κωδωνοστάσιο. Κατά το 19ο αι. η εικόνα της Αγίας Μόνης λιτάνευε στα χωριά των Κυθήρων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το έθιμο διεκόπη το 1903.
Καστέλο Αυλαίμονα
Είναι το 3ο Βενετικό φρούριο στα Κύθηρα πολύ μικρότερο από τα άλλα δύο, αλλά σε επίκαιρο σημείο διότι ελέγχει το Μυρτώο Πέλαγος. Χτίστηκε το 18ο αι. και η απόφαση για την ανέγερσή του ελήφθη από τους Βενετούς το 1725. Εξοπλίστηκε με κανόνια και στο εσωτερικό του υπήρχε κτίσμα για τη φρουρά.